διαθηκῶν

διαθηκῶν
διαθήκη
disposition
fem gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Yahweh — For information about Yahweh, see God in Abrahamic religions, which provides useful links. Yahweh is an English transliteration of he. יַהְוֶה a 19th century proposed punctuation of he. יהוה (the Tetragrammaton), which is the distinctive personal …   Wikipedia

  • Philo's Works — A significant fraction of this article was derived from the Philo article in the Jewish Encyclopedia,[1] a public domain source since it was published in 1906.[2] The Church Fathers have preserved most of Philo s works that are now extant. Many… …   Wikipedia

  • Tetragrammaton — For other uses, see Tetragrammaton (disambiguation). YHWH redirects here. For discussion of the God of Israel as described in the Hebrew Bible, and the Yahweh of ancient Semitic religion, see Yahweh. The Mesha Stele bears the earliest known… …   Wikipedia

  • νομικός — ή, ό, θηλ. και ός, μόνο ως ουσ. (Α νομικός, ή, όν) [νόμος] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον νόμο ή σε ζητήματα σχετικά με τους νόμους (α. «νομικός σύμβουλος» β. «ἤθεσι τέθραφθε νομικοῑς σύ τε καὶ ὅδε», Πλάτ.) 2. αυτός που οφείλει την ύπαρξή… …   Dictionary of Greek

  • πρωτονοτάριος — Εκκλησιαστικό αξίωμα, που δίνεται στους πρεσβύτερους και στους διάκονους ή αναγνώστες, σπάνια δε σε λαϊκούς. Ο π. συντάσσει διάφορα έγγραφα, μετέχει σε ανακρίσεις για γάμους ή περιουσιακές διαφορές, διαβάζει το Ευαγγέλιο την Κυριακή των Βαΐων και …   Dictionary of Greek

  • πρόξενος — Άμισθος ή έμμισθος κρατικός υπάλληλος, ο οποίος εδρεύει μόνιμα στο έδαφος αλλοδαπού κράτους, με τη συγκατάθεση του τελευταίου, και έχει ως αποστολή να εξυπηρετεί τα συμφέροντα ή να διεκπεραιώνει υποθέσεις των πολιτών του κράτους που εκπροσωπεί ή… …   Dictionary of Greek

  • ταβελλίων — ὁ, ΜΑ 1. Βυζαντινός υπάλληγλος που είχε την ευθύνη για τη σύνταξη συμβολαίων, διαθηκών και άλλων δικαιοπραξιών 2. (κατά το λεξ. Σούδα) «ό τά τής πόλεως γράφων συμβόλαια». [ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. tabellio, iōnis «συμβολαιογράφος» (πρβλ. και ταβέλλα)) …   Dictionary of Greek

  • Μομφερράτος, Αντώνιος — (Ναύπλιο 1852 – Αθήνα 1924). Πολιτικός. Εξελέγη πολλές φορές βουλευτής Κεφαλληνίας, χρημάτισε επανειλημμένα υπουργός (Δικαιοσύνης το 1898, Παιδείας το 1902, Εξωτερικών το 1916) και το 1911 έγινε καθηγητής του αστικού δικαίου στη νομική σχολή του… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”